Εν θερμώ

Για τα live γράφουμε εν θερμώ, μόνο.



1. Στην αρχή σκέφτηκα ότι το να πάω μόνος στο πάρτυ των Last Drive Παρασκευή και Σάββατο κάτι λέει για μένα και τους φίλους μου. Αλλά πολλοί ήταν δικαιολογημένοι, ασθενείς, εργαζόμενοι, οδοιπόροι, υπερήλικες, φλώροι. Και εν πάση περιπτώσει πάντα μόνοι μας είμαστε κατά βάθος, στα live και παντού. Ο Enzian έκανε ένα αξιοπρεπές και μεστό πέρασμα απόψε και κατάλαβε.



2. Παρασκευή πρωί, για προθέρμανση, έβαλα το Heatwave στις κόρες μου, εξηγώντας στην (τετράχρονη) μεγάλη ότι το αυτοκόλλητο με το "16" σημαίνει ότι αυτός ήταν ο 16ος δίσκος που αγόρασα, στο μακρινό (;) 1989. Δεκάδες χρόνια και χιλιάδες δίσκους μετά, οι τόσο σπουδαίοι, χιλιοπαιγμένοι και ακόμα αγαπημένοι δίσκοι είναι πολύ λίγοι.


3. Από τις αρχές 90s που τους πρωτοείδα μέχρι και το διήμερο αυτό, τα live των Last Drive είναι πάντα απολαυστικά. Αλλά αυτή η γιορτή για τα 30 χρόνια είχε ακόμη περισσότερη αγάπη και συγκίνηση. Και είχε και τις παρουσίες τόσων και τόσων που μας συντρόφευσαν, περισσότερο ή λιγότερο, από μια πρώιμη εφηβεία μέχρι το κατώφλι της τρομακτικής μέσης ηλικίας. 


Oι Villa 21 και οι Deus X Machina, οι Make Believe, Nightstalker, Non-man-doll, Echo Tatttoo, Sound Explosion, 700 machines, Earthbound, Ducky Boys, για να αναφέρω μόνο μερικούς από αυτούς που έδωσαν το παρόν, μικρές ή μεγάλες στάσεις σε ένα ταξίδι  που συνεχίζεται. Μαζί με όλους αυτούς, ο Αγγελάκας, ο Πουλικάκος και οι Dead Moon, τιμώντες και τιμώμενοι.


4. Υπήρχαν χίλιοι τρόποι να πάει στραβά αυτή η γιορτή (αγώνας παλαιμάχων, κουρέλια, μνημόσυνο, βγάλτε φτυάρια...) αλλά μόνο ένας να είναι όλα σωστά, και αυτός περνάει από την ποιότητα και την αγάπη.  Το γιατί, 30 χρόνια μετά, δεν ξεπεράστηκαν και παραμένουν τόσο σπουδαίοι, όχι απλά bons pour l' orient, αλλά διεθνείς, περήφανοι ως Έλληνες και όχι καλοί για Έλληνες, είναι μια άλλη κουβέντα που πρέπει να γίνει. Όπως και να 'χει, ωραίο να έχεις αυτήν την ιστορία, κρίμα να μην.


5. Ο ήχος: Δεν είμαι ειδικός, μπορεί να έχουν καλύτερο ηχολήπτη, μπορεί να κάνουν soundcheck για ώρες, αλλά τόσο καθαρό ροκ ήχο δεν έχω ξανακούσει. Και νομίζω ότι ο λόγος είναι ότι είναι μουσικάρες και δεν φοβούνται να ακουστεί ακριβώς αυτό που παίζουν, δεν έχουν τίποτε να κρύψουν πίσω από θόρυβο.


6. Δεν έχει νόημα να συγκρίνουμε ή να ξεχωρίσουμε τις συναυλίες της Παρασκευής και του Σαββάτου, οριακά περισσότεροι προτίμησαν Αγγελάκα από Πουλικάκο, οι Dead Moon έπαιξαν και τις δύο μέρες, οι διασκευές μοιράστηκαν ωραία (π.χ. Stooges vs. Cramps) ή παίχτηκαν και τις δύο μέρες (π.χ. Knockin' On Heaven's Door, Gimme Shelter) για να συγκρίνουμε εκτελέσεις, η Παρασκευή είχε το δεύτερο encore με το It's all over now baby blue και το Σάββατο ένα διονυσιακό blues τζαμάρισμα με τον Πουλικάκο στα drums. Ο πιστός σας ανταποκριτής πήγε και στις δύο μέρες και δεν το μετάνιωσε. Ήταν, τελικά, ένα συνεχές μουσικής, αγάπης για τη μουσική και αγάπης.


7.  Καμία μεταφυσική. Το είναι που ανθίζει μέσα από το φαίνεσθαι. Το εδωνά-είναι. Εδώ και τώρα. Εδώ και τριάντα χρόνια.

Που να σας πάρουν οι Μάυροι Άγγελοι - live















Tα είπε ο Ιpchrist τα περισσότερα εδώ, αλλά οφείλω και εγώ να το πω το λογάκι μου: χειρότερο κοινό σε συναυλία δεν έχω συναντήσει. "Νεκροζώντανοι, που με περιτριγυρίζετε", που λέει και ο Νίτσε.

Την είχαμε βεβαίως οσμιστεί την φάση με το απρόσμενα πρόωρο sold-out, με παιδιά που αποτελούν fan των Black Angels να μένουν χωρίς εισιτήριο, με το ανελέητο, καθημερινό promotion από τον Εν Λευκώ. Αποτέλεσμα ήταν να γεμίσει ο χώρος του Fuzz από τους γνωστούς χιπστεροχαφιέδες και από άγνωστους άσχετους που αν κρίνω από τις αντιδράσεις τους ούτε που καταλάβαιναν τι άκουγαν. Μάλλον από τις μη-αντιδράσεις τους.

Κάποια στιγμή που τόλμησα να κάνω λίγο head-banging ένα χιπστεροτσουτσέκι από πίσω μου, με τη γνωστή στολή του (γυαλί, μούσι, καρώ πουκάμισο) μου είπε "πρόσεχε μην κουτουλήσουμε". Την κατάλαβε τη δουλειά από το βλέμμα μου και απομακρύνθηκε έγκαιρα. 

Την προηγούμενη φορά που είδαμε τους Black Angels μείναμε χωρίς μπλούζες και παντελόνια - στην κυριολεξία. Τώρα οι φίλοι μου που συνήθως τα σπάνε δεν έβγαλαν ούτε το μπουφάν τους.

Αποδεικνύεται ότι οι ροκ συναυλίες είναι μια συνάντηση, των μουσικών με το κοινό. Στο Fuzz η συνάντηση αυτή δεν έγινε ποτέ. Οι Black Angels ήταν εκεί, με όλη την κάβλα της μουσικής τους και με τον επαγγελματισμό που τους διακρίνει. Το κοινό όμως απουσίαζε. Κρίμα.

Που να σας πάρουν οι Μαύροι Άγγελοι και να σας σηκώσουν. Νεκροζώντανοι που μας περιτριγυρίζετε. 



Προλεγόμενα...


...στη δικαιολογημένη αγανάκτηση του Enzian  (και όχι μόνο)

Ίσως φταίει που το Fuzz είναι τόσο κοντά στα μπουζούκια της Πειραιώς και της Ιεράς Οδός (sic). Ίσως φταίει το ντέφι που τόσο συχνά χρησιμοποιούν οι Black Angels μπέρδεψε το κοινό... Δεν ξέρω. Δεν έχω κάτι με τα μούσια, τα καρό και τις αφέλειες, αλλά η συναυλία είναι (και) ρινγκ και απόψε στο Fuzz μύριζε ψοφίμια...

...Κι αυτό είναι κρίμα, γιατί η μπάντα έπαιξε πολύ και ωραία, ο ήχος ήταν σωστός, τα visuals μια χαρά, λίγη ανταπόκριση ήθελε, 10 – 20 άτομα μπροστά να δείξουν ότι δεν είναι σε αφασία. Τι να το κάνω το πλήθος και το στριμωξίδι όταν δεν καταλαβαίνουμε τι ακούμε; Χίλιες φορές σε ένα μέρος σαν το «Αν» με ήχο από τηλεφωνικό θάλαμο παρά αυτή η κονσέρβα...


Αυτά, εν θερμώ. Ες αύριον με τον Enzian.


Αμηχανία / Ευδαιμονία


Λοιπόν, με την άφιξη και του Dimitris InChains πίστεψα ότι θα είμαστε το πρώτο blog με περισσότερους συντάκτες από αναγνώστες (κάτι σαν τους 58 με τους ψηφοφόρους ένα πράγμα). Προϊόντος του χρόνου, με τις υπερωρίες του Enzian και το νεανικό ενθουσιασμό του Δημήτρη, διαπιστώνω ότι οι αργομισθίες του Freakastaire και του υπογράφοντος καλά κρατούν. Τέλος πάντων, επιστρέφουμε με double bill και θέτουμε τις βάσεις για ένα καλό bonus και το προσωπικό μας success story:

Αμηχανία...
Λοιπόν, ως κάποιος (ελπίζω να μην διαβάζει η Δ.) που έχει συχνά αγοράσει τον ίδιο δίσκο Tindersticks περισσότερες από δύο φορές, μόνο και μόνο γιατί μπορεί να είχε διαφορετικό εξώφυλλο, ή να ήταν η αμερικάνικη και/ή η αγγλική εκδοχή του, ή το test pressing, ή ακόμη και χωρίς λόγο (αρχές άνοιας), είμαι ο τελευταίος που θα γκρινιάξω αν βγάλουν ένα ακόμη live (μετά το Λονδίνο του 2010 και το Σαν Σεμπαστιάν του 2012) ή ένα ακόμη best of (μετά το Working For The Man του 2004). Ευτυχώς ή δυστυχώς, το Across Six Leap Years που μόλις κυκλοφόρησε δεν είναι τίποτε από αυτά. Εδώ ερμηνεύουν ξανά δέκα ηχογραφημένα κομμάτια τους, τόσο από την «κλασική» εποχή τους (μέχρι το 2003) όσο και, κυρίως, από τα πρόσφατα χρόνια, μετά την «χαμένη» πενταετία 2003 – 2008. Εδώ υπάρχουν μικρότερα ή μεγαλύτερα «στάνταρ» όπως τα She’s Gone, Dying Slowly, Sleepy Song, A Night In, I Know That Loving, η διασκευή στο If You’re Looking for A Way Out, και μαζί τους αουτσάιντερ όπως τα What Are You Fighting For?, Marseilles Sunshine και Friday Night.


Κάποιος που έχει λιώσει τις πρώτες εκτελέσεις ή έχει τη μνήμη του Φούνες (του Μπόρχες και όχι του μακαρίτη πρώην παίκτη του Ολυμπιακού) θα βρει διαφορές στις καινούριες, ενώ είναι σίγουρο ότι η φωνή του Stuart έχει αλλάξει μετά από έξι δίσεκτα χρόνια. Από την άλλη πλευρά, καθένας μας μπορεί να φτιάξει ένα πιο συνεκτικό best of της μπάντας. Νομίζω ότι πολλά συγκροτήματα θα ήθελαν να έχουν αυτήν την «πολυτέλεια», να ξαναδούν και στο στούντιο παλιά τους κομμάτια, να «παίξουν» με την ερμηνεία, την παραγωγή (στον δίσκο αυτό οι Tindersticks πήγαν στα Abbey Road Studios), τις ενορχηστρώσεις, να ξοφλήσουν παλιά γραμμάτια, να δώσουν δεύτερες ευκαιρίες στους εαυτούς τους. Από την άποψη αυτή ίσως το Across Six Leap Years είναι σημαντικότερο για το συγκρότημα απ’ ό,τι για τους περισσότερους από εμάς. 

Είμαι σίγουρος ότι οι Tindersticks δεν θα κάνουν καινούριους οπαδούς με τον δίσκο αυτό, ίσως μάλιστα μερικοί από τους παλιούς δυσαρεστηθούν ή αδιαφορήσουν. Για μένα, με το εξαιρετικό Something Rain πέρσι έδειξαν και απέδειξαν πού βρίσκονται και τι μπορούν να κάνουν, από κει και πέρα είμαι ευγνώμων για κάθε ευκαιρία και αφορμή να ακούσω ξανά και ξανά κομμάτια σαν αυτό:

Ευδαιμονία...
Για να μην μακρηγορούμε (δυστυχώς πληρωνόμαστε με το κομμάτι και όχι με τις λέξεις): Η ερώτηση δεν είναι αν ο Bill Callahan έβγαλε άλλο ένα αριστούργημα, αλλά αν εμείς είμαστε έτοιμοι να ακούσουμε άλλο ένα αριστούργημα του Bill Callahan. Η απάντηση δεν είναι κατ’ ανάγκη προφανής.
Ο Callahan, βήμα βήμα, δίσκο δίσκο, από το μακρινό πια 1989, θεραπεύεται, «γίνεται», περνάει στο «είναι». Διαλογίζεται για τα μπαρ των ξενοδοχείων χωρίς παράθυρα, όπου μπορείς να περάσεις τη μέρα σου λέγοντας μόνο “beer” και “thank you”, σκαρώνει mantras με το bar-room bar-room, αλλά έχει αφήσει την πόλη και ανήκει πια στη φύση, τόσο μακριά από εδώ. Ζωγραφίζει, απαγγέλλει και τραγουδάει για τα ποτάμια, ονειρικά και μη, τους κάστορες, τους αετούς, τα φράγματα, τους γλάρους, τις πτήσεις με μικρά αεροπλάνα (φταίω εγώ που σκέφτομαι τον Richard Bach;)


Φτιάχνει τραγούδια χορευτικά, όπως το ακαταμάχητο Javellin Unlanding με την κιθάρα που θυμίζει Curtis Mayfield ή, ακόμη καλύτερα, θυμίζει την διασκευή των Lambchop στον Curtis Mayfield (αυτό δεν είναι ένα μικρό κοπλιμέντο).

Φτιάχνει τραγούδια αγαπησιάρικα (Small Plane), με μια αξιέπαινη εμμονή στις υπαίθριες επαφές (Στο φετινό Spring: “All I want to do / Is make love / To you / In the fertile dirt / With a careless careless careless mind”. Στο Dress Sexy At My Funeral (2000):  “Tell them about the time we did it / On the beach with fireworks above us / On the railroad tracks / With the gravel in your back”).

Αφήνει χώρο στους μουσικούς του να λάμψουν, από το βιολί στο "Sing" μέχρι το φλάουτο και την κιθάρα στο "Javellin" και αλλού, αφήνει χώρο στους ήχους. Δεν παίζει για τις εντυπώσεις, δεν παίζει καν για το αποτέλεσμα, είναι η ουσία και κάνει διαχρονική αμερικανική μουσική. Καθόλου λίγο, πολύ όμορφο. 

Lou Reed - o Ένας




Έφυγε ο Lou Reed, έμειναν στον πλανήτη η μουσική του, οι στίχοι του, η φωνή του. Αυτή που γεμίζει το σπίτι μου την ώρα που γράφω αυτές τις γραμμές. Για μένα - για μας - όσο παρούσα ήταν πάντα.

Δεν μπορεί να αποτιμηθεί η προσφορά του Lou Reed στη rock μουσική με τους Velvet Underground. Απλά δεν γίνεται. Ότι ακούμε, ότι ακούτε, έχει πάντα Velvet μέσα, είτε το καταλαβαίνουμε είτε όχι. Θεωρώ αυτονόητο πως πρόκειται για την πιο σημαντική, επιδραστική αμερικανική μπάντα όλων των εποχών. Θεωρώ άχρηστο να επιχειρηματολογήσω για αυτό. Το έχουν ήδη κάνει όχι μόνο οι κριτικοί, αλλά και οι ίδιοι οι μουσικοί του είδους που βαράνε προσοχή μπροστά στο Lou Reed.

Δεν θα πω λοιπόν για τους Velvet, θα θίξω ελάχιστα την προσωπική καριέρα του Lou Reed. Πρόκειται για την πιο μοναχική διαδρομή που ακολούθησε ίσως μουσικός της ροκ. Ένα αχανές έργο με ελάχιστη ως ανύπαρκτη εμπορική απήχηση, με τεράστιες ασυνέχειες και καμπές, διάσπαρτο με ανεπανάληπτα αριστουργήματα και αναπάντεχες στροφές.



Αλήθεια, ποιος μπορεί να γράψει ένα τέτοιο τραγούδι; Ποιος έχει γράψει ένα τέτοιο πανέμορφο κείμενο και το έχει ντύσει έτσι με μουσική και το έχει ερμηνεύσει έτσι; Κανείς. Γιατί ο Lou ήταν ο Ένας.

Πάντα στο περιθώριο, πάντα ασυμβίβαστος, πάντα αρνούμενος να παίξει με τους κανόνες του παιχνιδιού, τη μια χρονιά κυκλοφορούσε το ορχηστρικό αριστούργημα Berlin, την επόμενη χρονιά ένα ανήκουστο συνονθύλευμα αγνού, μεταλλικού θορύβου στο Metal Machine Music. Για εμάς τους ακροατές η απόσταση είναι ασύλληπτη. Για τον Lou Reed προφανώς όχι, ίσως γιατί για μια αυθεντική μεγαλοφυϊα οι αποστάσεις καταργούνται.

Και μετά μιλάμε για το πόσο πειραματικός υπήρξε ο David Bowie στα τέλη των 70's. H αναφορά δεν είναι τυχαία, γιατί την καθολική καταξίωση και την εμπορική επιτυχία του Bowie ο Reed δεν την πλησίασε ποτέ. Αλήθεια, ποιος ήταν πιο καινοτόμος; Πιο τολμηρός; Πιο πηγαίος; Πιο εμπνευσμένος;

Δεν θέλω να μείωσω βεβαίως τον Bowie με όσα γράφω (ο οποίος έχει δηλώσει ευθαρσώς το πόσο επηρεασμένος ήταν από τον Lou Reed και τους Velvet Underground), απλά να αναδείξω τη μοναχικότητα της πορείας του Lou Reed και τον απόλυτο αντικονφορμισμό του. Είναι μια πορεία που χρειάζεται να ερευνηθεί σε βάθος, πέρα από τις γνωστές στιγμές της όπως το Berlin και το Transformer, μια πορεία που ποτέ δεν σταμάτησε να είναι δημιουργική και ζωντανή. Και μοναχική. Γιατί ο Ένας είναι πάντα μόνος.



YΓ παραθέτω τους στίχους του Coney Island Baby προς ανάγνωση ...

You know, man, when I was a young man in high school
you believe in or not I wanted to play football for the coach
And all those older guys
they said he was mean and cruel, but you know
wanted to play football for the coach
They said I was to little too light weight to play line-backer
so I say I'm playing right-end
wanted to play football for the coach
'Cause, you know some day, man
you gotta stand up straight unless you're gonna fall
then you're gone to die
And the straightest dude
I ever knew was standing right for me all the time
So I had to play football for the coach
and I wanted to play football for the coach

When you're all alone and lonely
in your midnight hour
And you find that your soul
it's been up for sale

And you begin to think 'bout
all the things that you've done
And you begin to hate
just 'bout everything

But remember the princess who lived on the hill
Who loved you even though she knew you was wrong
And right now she just might come shining through
and the -

- Glory of love, glory of love
glory of love, just might come through

And all your two-bit friends
have gone and ripped you off
They're talking behind your back saying, man
you're never going to be no human being
And you start thinking again
'bout all those things that you've done
And who it was and what it was
and all the different things you made every different scene

Ahhh, but remember that the city is a funny place
Something like a circus or a sewer
And just remember different people have peculiar tastes
and the -

- Glory of love, the glory of love
the glory of love, might see you through
yeah, but now, now
Glory of love, the glory of love
the glory of love, might see you through
Glory of love, ah, huh, huh, the glory of love
Glory of love, glory of love
Glory of love, now, glory of love, now
Glory of love, now, now, now, glory of love
Glory of love, give it to me now, glory of love see you through
Oh, my Coney Island baby, now
(I'm a Coney Island baby, now)
I'd like to send this one out for Lou and Rachel
and all the kids and P.S. 192
Coney Island baby
Man, I'd swear, I'd give the whole thing up for you

Wattstax: Tο Μαύρο Woodstock

Μια κοινότητα βαθιά καταπιεσμένη συνυφαίνει την συλλογική της ταυτότητα με την μουσική της παράδοση.Η μουσική ως πηγή αυτοκαθορισμού και περηφάνειας.Ηχηρή διαμαρτυρία και ζωηρή έκφραση,απελευθέρωση από τα δίχτυα της μονοτονίας που ρίχνει η καθημερινότητα.

Όλα αποτυπώνονται με μοναδικό τρόπο στην ταινία Wattstax,που είναι υλικό από το ομώνυμο φεστιβαλ τον προηγούμενο χρόνο.Συμπεριλαμβάνει πλάνα από την μαύρη κοινότητα της πόλης Watts του Λος Άντζελες και των αναταραχών που συγκλόνισαν την Αμερική στις 11-17 Αυγούστου του 1965 ανάμεσα σε αφρομερικανούς κατοίκους της περιοχής και αστυνομικούς.Αφορμή ήταν ένα επεισόδιο σύλληψης ενός 21χρονου άνδρα υπό την επήρεια αλκοόλ,αλλά οι αιτίες πρέπει να αναζητηθούν στο φυλετικό διαχωρισμό και τις κοινωνικές εντάσεις που υπήρχαν απέναντι σε μαύρους και λατινοαμερικάνικους πληθυσμούς στην περιοχή της Καλιφόρνια.Κατέληξε σε τραγωδία,καθώς 34 άνθρωποι έχασαν την ζωή τους(χωρίς να συνυπολογίσουμε χιλιάδες τραυματίες,συλλήψεις και υλικές ζημιές).Στην μνήμη τους καθιερώθηκε ετήσιο φεστιβάλ και το 1972 με την συμβολή και της δισκογραφικής Stax (οι κυριότερες soul δισκογραφικές τότε ήταν η Stax και η Motown)και την συνδρομή των μεγαλύτερων καλλιτεχνών της :Isaac Hayes,Bar Kays,Rufus Thomas,Staples Singer,Rance Allen,Albert King,Eddie Floyd κ.α.



Το Los Angeles Memorial Coliseum στις 20 Αυγούστου του 1972 φιλοξένησε σχεδόν 112.000 ανθρώπους,με ένα δολάριο το εισιτήριο ωστέ να είναι καθολικά προσβάσιμη η συναυλία-γιορτή και έντονη δήλωση των πολιτικών δικαιωμάτων των μαύρων,που εκφράζεται με ατέρμονο χορό γυναικών και αντρών που φορούν dashiki(χαρακτηριστική παραδοσιακή φορεσιά της δυτικής Αφρικής),με μουσικό πλαίσιο από μοναδικούς funk/soul /blues ρυθμούς.Ο γηραιότερος έφηβος Rufus Thomas θα καλέσει όλους να νιώσουν το groove.



Το κλίμα διανθίζεται από τα gospel στοιχεία των Staples Singers,οικογένεια που ιδρυτής τους ήταν ο Roebuck Staples με τα τέσσερα παιδιά του!



Στο ίδιο ύφος είναι και η εμφάνιση των Rance Allen Group(οικεγενειακή υπόθεση και εδώ)



Ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα είναι και ο larger than life Albert King,ο οποίος μεταφέρει τον blues αισθησιασμό στο κοινό



Αλλά ο μεγάλος αστέρας ήταν ο Isaac Hayes,o μάυρος Μωυσής ο οποίος είχε κυκλοφορήσει την προηγούμενη χρονιά το soundtrack του θρυλικού Shaft



Στην συναυλία υπήρχαν μόνο μαύροι αστυνομικοί,που δεν έφεραν όπλο.Μια εμφατική στιγμή του κινήματος της μαύρης χειραφέτησης(ο Al Bell συνιδιοκτήτης της Stax records ήταν φίλος με τον Martin Luther King)συλλαμβάνει την αίσθηση συλλογικότητας που ισχυροποιείται μετά από εξεγέρσεις και αναταραχές όπως στο Watts εκείνο το ζεστό μεγάλο καλοκαίρι (hot long summer)του 1965,που οφείλονται στην ασφυκτική μέγγενη της καταστολής,των μακραίωνων διακρίσεων και των ντροπιαστικών εκδηλώσεων ρατσισμού σε κάθε φάσμα της ζωής,εις βάρος της πολύπαθης μαύρης κοινότητας η οποία βρισκόταν τότε στο ζενίθ των πολιτικών και κοινωνικών διεκδικήσεων της με το κίνημα της Μαύρης Δύναμης και αυτό αντανακλάται σε 112.000 υπερυψωμένες γροθιές στο-αδίκως ξεχασμένο από τον χρόνο-Wattstax:πέραν των σπουδαιότατων πολιτικών συνδηλώσεων του,είναι και εκρηκτικό μείγμα funk/RnB/soul/blues,της μουσικής παρακαταθήκης της ασύγκριτης αφροαμερικάνικης κουλτούρας.

Fates Warnning λαϊβ στην Αθηνα















Πραγματικά όποιος δεν έχει βρεθεί σε heavy metal συναυλίες χάνει πολλά από αυτό που ονομάζεται "συναυλιακή εμπειρία". Η αφοσίωση των οπαδών του metal στα συγκροτήματα του είδους είναι τέτοια που οποιοσδήποτε μουσικός θα τη ζήλευε αφόρητα.

Πήγα στο live των Fates Warning στο Fuzz Club στις 20/10, για το οποίο δεν είδα πουθενά ούτε αφίσα. Αλλά ο χώρος ήταν φυσικά σχεδόν γεμάτος. Είναι ιδιαίτερη περίπτωση οι Fates Warning και πολύ αγαπητοί στην Ελλάδα. Με ιστορία 30 χρόνων, είναι ίσως το πρώτο χρονικά progressive-metal συγκρότημα, είναι για το metal ότι είναι οι Rush για το hard-rock: η πιο τίμια και "έξυπνη" μπάντα του είδους. Η μουσική τους είναι δύσκολη, μακροσκελείς συνθέσεις, κόνσεπτ έργα, απανωτές αλλαγές στο ρυθμό, πάντα όμως με έμφαση στη μελωδία. Δεν τους λες και ακριβώς μέταλ με τα βιολιά, το πιάνο, και τα tympani στο αριστουργηματικό At Fates Hands από το μακρινό 1989.



Αυτοί οι τύποι εκάναν πάντα μόνο τη μουσική τους, αδιαφορώντας για τις προσδοκίες και την εμπορική επιτυχία. Αν το γύριζαν λίγο προς το mainstream θα μπορούσαν να έχουν την επιτυχία των Queensryche, αν ήταν πιο επιδειξιομανείς θα ήταν εξίσου μεγάλοι με τους Dream Theater. Επέλεξαν να μείνουν στο περιθώριο - εμπορικά. Καλλιτεχνικά, δεν έπαψαν να εξελίσσονται, μέχρι το αριστούργημά τους, το Pleasant Shade of Grey του 1997, ένα ενιαίο έργο σπασμένο σε 12 άτιτλα κομμάτια, έργο ορόσημο για το prog-rock και το prog-metal.



[τι ντράμερ και αυτός! Σπουδαίος ο αντικαταστάτης του αλλά ο Mark Zonder είναι απλά ο ένας!]

Επέστρεψαν φέτος οι Fates Warning μετά από 9 χρόνια, με έναν αξιοπρεπέστατο καινούριο δίσκο, και με συναυλίες που περιελάμβαναν και τη μακρινή Ελλάδα. Τα 39 μου χρόνια δεν ανέβαζαν το μέσο όρο ηλικίας των θεατών, στις αντρικές τουαλέτες υπήρχαν ουρές ενώ οι γυναικείες ήταν άδειες, οι θεατές δεν χτυπιόντουσαν σαν χταπόδια όπως προ 20ετίας. Όμως όλοι ήξεραν που είχαν έρθει: έπιασα τον εαυτό μου να τραγουδάει στίχο προς στίχο κομμάτια που είχα να ακούσω αιώνες, και δίπλα μου σχεδόν όλοι τραγουδούσαν επίσης στίχο προς στίχο. Να η προσήλωση του αυθεντικού μουσικόφιλου! Και τι στίχοι, στίχοι με νόημα, φιλοσοφημένοι, υπαρξιακοί. Κάτι σπουδαίο μου είχαν προσφέρει αυτοί εδώ οι τύποι στα σκοτεινά χρόναι της εφηβείας μου, σκέφτηκα, όταν οι άλλοι χοροπηδούσαν με χαζοχαρούμενα τραγουδάκια του συρμού. Και ένιωσα ευγνωμοσύνη.

Και αυτή η γενικευμένη ευγνωμοσύνη, ευγνωμοσύνη αμοιβαία και ισότιμη αναγνώριση, ήταν που μετέτρεψε τη συναυλία σε μια πολύτιμη εμπειρία. Είναι  η πρώτη φορά που πηγαίνω σε συναυλία όπου δεν ένιωσα καμία απολύτως απόσταση μεταξύ του κοινού και των μουσικών. Μια παρέα όλοι, κυριολεκτικά. Και σκέφτηκα, χαλάλι το χαμηλό προφίλ, γιατί τόση αγάπη να παίρνεις και να δίνεις για τόσα πολλά χρόνια είναι μεγάλο δώρο. Ανεκτίμητο. Αληθινό, ζωντανό μνημείο.



Στο γκαράζ του Frank Zappa




Κάποτε θα γράφαμε και για τον Frank Zappa, απλά το μέγεθος είναι τόσο μεγάλο που προκαλεί δεύτερες σκέψεις, φόβο, δέος. Διότι ο Zappa δεν ήταν μόνο ένα μουσικό φαινόμενο, αλλά ένα ευρύτερο πολιτιστικό γεγονός, μια από τις 40-50 προσωπικότητες που σημάδεψαν την τέχνη και τον πολιτισμό του 20ου αιώνα.

Η "καλή Αμερική", αυτό είναι για μένα ο Zappa. H Αμερική της ελεύθερης σκέψης, της φαντασίας, του χιούμορ, της ταυτόχρονα αθώας και συνειδητοποιημένης ματιάς στη ζωή. Η Αμερική που επιμένει να ανασαίνει κάτω από τόνους πολιτισμικής σαβούρας και συστηματικής πλύσης εγκεφάλου.

Είναι αδύνατο να εκτιμηθεί η συνεισφορά του Zappa στη ροκ μουσική. Γιατί χωρίς Freak Out δεν υπάρχει ψυχεδέλεια, χωρίς Hot Rats δεν υπάρχει progressive-rock, χωρίς Waka Jawaka και Grand Wazoo δεν νοείται το fusion-jazz rock. Τόσο απλά.

Εγώ θέλω να αναφερθώ σε μια στιγμή από το αχανές έργο του Φράνκυ που ομολογώ ότι είχα υποτιμήσει. Την ροκ-όπερα Joe's Garage, τριπλός δίσκος από το 1979. Οι ξεκαρδιστικοί στίχοι που ξεφτιλίζουν σε όλα τα επίπεδα τον "αμερικανικό τρόπο ζωής" σε συνδυασμό με μια μουσική ένδυση που περιλαμβάνει περίπου τα πάντα (ροκ, τζαζ, ντίσκο, ντου-γουοπ, ρέγκε, συμφωνική μουσική κλπ κλπ κλπ) συνθέτουν ένα απολαυστικό έργο που κερδίζει τις εντυπώσεις όχι χάρις στη συνοχή του αλλά χάρις στην ευρηματικότητά του και τη ζωντάνια του. Αξίζει πραγματικά να βυθιστεί κανείς μέσα στον μοναδικό πλούτο της φαντασίας του Zappa, ολόκληροι κόσμοι κρύβονται εκεί μέσα.

Υπάρχουν όμως και αυτά που κανένας χαβαλές δεν μπορεί να προσπελάσει, κανένα στόμα δεν μπορεί να εκφράσει και εκεί αναλαμβάνει να μιλήσει η κιθάρα του Φράνκυ, αναλαμβάνει να μιλήσει η μουσική. Ακούστε:





Watermelon in Easter hay, μια από τις πιο όμορφες στιγμές στον κατάλογο του Zappa, ένα σόλο συγκινητικό, διαυγές, αμετάκλητο. Γιατί κάποια πράγματα δεν υπάρχουν μόνο στη φαντασία του φαντασιωνόμενου (όπως υποστηρίζει η ρομποτική αφήγηση του central scrutinizer στην αρχή του κομματιού), γιατί η μουσική γκρεμίζει φυλακές, σχίζει πέπλα, ανοίγει δρόμους στον ουρανό.

Ο Glenn Hughes και η ιδιαιτερότητα των Trapeze



Το τελευταίο διάστημα η σπουδαία δισκογραφία του Glenn Hughes μονοπωλεί τις μουσικές μου επιλογές.Και με εκλεκτούς φίλους είχαμε την απορία πώς γίνεται αυτό το σπουδαίο συγκρότημα να μην πάρει την δημοσιότητα που του άξιζε,καθώς άνετα κοιτάει στα μάτια μεγαθήρια της χρυσής δεκαετίας του rock.(70s).Λόγω χώρου θα ήταν αδύνατο να συμπεριληφθεί ολάκερη η μουσική πορεία του Hughes,που περιλαμβάνει μεγάλη σολο καριέρα,τους Deep Purple,συνεργασία με φοβερούς μουσικούς όπως ο Tony Iommi,Gary Moore,Pat Thrall,Joe Lynn Turner,Tommy Bolinκ.α. Οι Trapeze δημιουργήθηκαν το 1968,με πενταμελής σύνθεση στο Wolverhampton πόλη με μεγάλη βιομηχανική παράδοση.Απαρτίζονταν από τον John Jones(φωνητικά),Terry Rowley(κιθάρα,πλήκτρα),Mel Galley(κιθάρα,φωνητικά),Glenn Hughes(μπάσο,φωνητικά)και Dave Holland(τύμπανα).Μετά τον ομώνυμο πρώτο δίσκο,θα φύγει το δίδυμο Rowley-Jones για να ευδοκιμήσει το power trio των Hughes-Galley-Holland σε δύο πραγματικά μοναδικούς δίσκους στους οποίους και αναφέρεται το άρθρο(μέχρι δηλαδή την φυγή του Hughes για τους Deep Purple το 1973).Το Medusa(1970)και το You Are the Music...We’re Just The Band(1972)στέκονται ως λαμπρά διαμάντια της rock μουσικής και ας μπήκαν στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.Το ύφος ακροβατεί ανάμεσα στην τραχύτητα δυναμικών riffs και σε μοναδικές slow tempo ελεγείες.Αξίζει η αναφορά στον καταπληκτικό κιθαρίστα Mel Galley,o οποίος αργότερα θα φύγει για τους Whitesnake(o Dave Holland επίσης για τους Judas Priest το 1979)και ξεδιπλώνει το ταλέντο του με φοβερούς αυτοσχεδιασμούς και ανεπανάληπτες συνθέσεις.



Όμως η ξεχωριστή περίπτωση είναι ο Glenn Hughes.Κανείς πριν και έκτοτε δεν ζωγράφισε τόσο όμορφα τον rock καμβά με τα ζωηρά funk ηχοχρώματα.Πάντοτε ο σκληρός ήχος βρισκόταν σε διαλεκτική σχέση με άλλα μουσικά παρακλάδια,επηρεάστηκε και τα επηρέασε.Άλλά ο Hughes είναι ο αρχιτέκτονας του παντρέματος της ζωντάνιας και αμεσότητας του γνήσιου rock n roll με την αισθαντικότητα της funk/soul παράδοσης.Αυτές οι ευαισθησίες του φάνηκαν στα πρώιμα δισκογραφικά του βήματα και καθρεφτίζονται σε όλο τους το μεγαλείο στο τεράστιο φωνητικό του εύρος.Medusa Από τις ανατριχιαστικές κραυγές έως τους οργασμικούς ψιθύρους o Glenn Hughes εκφράζει εμφατικά τον έρωτα του για την μουσική.Η ερμηνεία του στο What Is A Woman’s Role το αποδεικνύει .



Πηγαίος rock star είτε σε attitude είτε στην προσωπική του ζωή(είχε μεγάλο πρόβλημα με καταχρήσεις ναρκωτικών και αλκοόλ κάτι που τον επηρέασε βαθύτατα και το αποτύπωσε με λυρισμό στην μεταγενέστερη δισκογραφία του)και ταυτόχρονα εύθραστος και αισθηματικός,μια γοητευτική αντίφαση που χαρακτήρισε την μουσική πορεία του.



Οι Trapeze μπορεί να είναι από τα πιο υποτιμημένα συγκροτήματα όλων των εποχών,αλλά είναι απόλυτος θησαυρός σε όποιον τους ανακαλύψει,ενώ η επιδραστικότητα τους διαπερνά τα στεγανά της rock μουσικής.

De De Lind - και τσόντα και μουσική


Βολτάροντας πρόσφατα στα Εξάρχεια μπήκα στο δισκάδικο χαμηλά στη Βαλτετσίου, δίπλα στους ιστορικούς Χάρτες. Από τα ηχεία ακουγόταν μουσική γνώριμου ύφους: ηλεκτρικές κιθάρες, φλάουτο, γλώσσα ιταλική. Ρώτησα τον συμπαθέστατο ιδιοκτήτη τι ακούμε: "Ιταλοί είναι. De de Lind.". Θα το είχα αγοράσει επί τόπου, αν μου το επέτρεπε ο οβολός μου. Αντ'αυτού έτρεξα σπίτι να ξεθάψω το mp3 και να το ακούσω.

Για την ιστορία το όνομα De De Lind προέρχεται από την ομώνυμη, ιστορική playmate του τεύχους Αύγουστος 1967 του Playboy. Δεν μπορώ να καταλάβω ακριβώς το λόγο όμως το συγκεκριμένο κορίτσι δημιούργησε μαζική υστερία στα αμερικανικά στρατεύματα στο Βιετνάμ και έμεινε στην ιστορία. Κρίνετε από μόνοι σας (επιτέλους το blog αποκτά ένα πιο πικάντικο χαρακτήρα.)


Πίσω όμως στα της μουσικής. Ο ένας και μοναδικός δίσκος των De De Lind κυκλοφόρησε το 1973 και αποτελεί ένα από τα (άφθονα) χαμένα αριστούργήματα της ιταλικής progressive rock σκηνής. Το πόσο χαμένο μπορείτε να το καταλάβετε από την αξία του αυθεντικού βινυλίου που πωλείται στο διαδίκτυο σε τιμές κοντά στα 4.000 ευρώ. Το πόσο αριστούργημα, ακούγοντάς το. Τα 7 κομμάτια του δίσκου συνθέτουν μια ενιαία σουίτα, με θέματα που επανέρχονται και στιχουργική συνάφεια. Η μουσική είναι τυπικό prog-rock, με πλούσιες ενορχηστρώσεις, κλασικές επιρροές και δυνατά ροκ ξεσπάσματα. Σημαντικό το ότι οι De De Lind δεν αντιγράφουν κανένα, διατηρούν το δικό τους ύφος, κάτι που στο είδος της μουσικής που παίζουν είναι εξαιρετικά δύσκολο: η Αγία Τριάδα Yes, Genesis, King Crimson σχεδόν εξάντλησε το είδος...



Το "βαρύ" χαρτί των De De Lind, και ο κύριος εκφραστής της μοναδικότητάς τους, είναι ο τραγουδιστής με το αγγελικό-μαφιόζικο όνομα Vito Paradiso. Μπορεί το progressive-rock να μας έχει προσφέρει τους πιο βιρτουόζους μουσικούς, ελάχιστες όμως καλές φωνές έχει να επιδείξει. Λοιπόν, ο Βίτος είναι απλά απίστευτος: το εύρος της φωνής του, από τα επικά περάσματα μέχρι τις γλυκύτερες μελωδίες, είναι τεράστιο - μα κυρίως μια ανεπαίσθητη βραχνάδα, στα σημεία οπού σπάει η φωνή του σαν κύμα, ένα μοναδικό μέταλο, ένα ορυκτό που δεν έχει όνομα. Φωνάρα με τα όλα της.



Σημείωση: για να δούμε αν η photo με το ξανθό μωρό θα ανεβάσει τα views...

Beach Fossils live - και λίγο από Deerhunter και Justin Vernon


Πήγα στους Beach Fossils στο ΑΝ την Κυριακή που μας πέρασε και μεταφέρω εδώ τις εντυπώσεις μου για τη συναυλία (και όχι μόνο για τη συναυλία όπως θα διαπιστώσετε). Οι Lumiere brother που προλόγισαν τη συναυλία  - παρά τον επαγγελματισμό που τους διακρίνει και τις αδιαμφισβήτητες μουσικές ικανότητες - νομίζω πως χρειάζονται ένα πιο σαφή προσανατολισμό στα τραγούδια τους, ίσως και λιγότερο φλερτ με το maistream-rock. Η μουσική τους δεν μου άφησε ένα ξεκάθαρο στίγμα, παρά τις ωραίες ιδέες και τις δουλεμένες ενορχηστρώσεις.

Το κυρίως μενού περιελάμβανε τους Νεοϋορκέζους Beach Fossils, το live τους ήταν πολύ καλό, αν και δυστυχώς μικρό σε διάρκεια, και μετέδωσε όλη αυτή τη γλυκύτητα και τη μελαγχολία της μουσικής τους ψυχοσύνθεσης. Η μουσική τους, αν και δομημένη με εμφανώς βρετανικό post-punk τρόπο - το μπάσο μπροστά στη μελωδία και οι κιθάρες χωρίς παραμόρφωση - ακούγεται εξίσου αμερικάνικη χάρις στον εξαιρετικό κιθαρίστα τους που μεταφέρει στον ήχο τους στοιχεία surf-rock και ψυχεδέλειας. Αυτός ο συνδυασμός που λειτούργησε άψογα στον αγαπημένο πρώτο τους δίσκο, δυστυχώς δεν είχε την ανάλογη συνέχεια στη φετινή τους δουλειά Clash the Truth. Δεν είναι κακός δίσκος αλλά για συγκρίσεις με το ντεμπούτο τους ούτε λόγος να γίνεται.



Και φτάνω και στο ζουμί, που το έχω θίξει και άλλες φορές: τι γίνεται με αυτές τις καινούριες indie μπάντες ρε παιδί μου;  Γιατί δεν μπορούν να βγάλουν  δύο, τρεις, πέντε καλούς δίσκους μαζεμένους, όπως τα συγκροτήματα του παλιού καλού καιρού; Ίσως η απάντηση να βρίσκεται στο ότι η φόρμα πλέον μετράει πολύ περισσότερο από το περιεχόμενο, τα γκρουπ προσπαθούν να βρουν τον ήχο τους μέσα από τόνους μουσικής παράδοσης, να διαφέρουν, να εκπλήξουν ώστε να μπορέσουν να καθιερωθούν μέσα από το συρφετό της άπειρης μουσικής που κυκλοφορεί στο ίντερνετ. Όμως χρειάζεται να έχεις και τα τραγούδια. Και τα τραγούδια - όσο "ξύπνιος" και αν είσαι, όσο καλός μουσικός - έρχονται από αλλού.

Αυτό σημαίνει πως το indie έχει πεθάνει; Όχι, αλλά όπως και σε κάθε μουσικό είδος, λίγοι είναι αυτοί που ξεχωρίζουν,λίγοι αυτοί που η μουσική τους θα επιβιώσει μέσα στο χρόνο. Παράδειγμα πρώτο: οι Deerhunter. Έκτος τους δίσκος το Monomania και απλά γίνονται όλο και καλύτεροι, και όλο και εξελίσσονται. Αλλά υπάρχει εκεί ο Bradford Cox που είναι ψιλο-ιδιοφυϊα οπότε εξηγούνται όλα. Η ροή είναι συνεχής



και παράδειγμα δεύτερο ο Justin Vernon. Είναι άδικο βέβαια για τους υπόλοιπους Volcano Choir να αναφέρομαι έτσι αποκλειστικά σε αυτόν, άλλωστε στο ολόφρεσκο Repave δεν έχει συνθέσει τη μουσική, μόνο τραγουδάει. Είναι όμως τόσο επιβλητική η παρουσία του που ο δίσκος ακούγεται σαν προσωπικό του project. Σίγουρα  τα κομμάτια έχουν γραφτεί αποκλειστικά για να τα ερμηνεύσει αυτός. Και η ερμηνεία του είναι βαθύτερη από ποτέ. Πολύ καλός δίσκος με 2-3 τραγούδια που σε ταξιδεύουν πραγματικά μακριά.Μέχρι την Αλάσκα.

Modern Blues


 Δεν υπάρχει εγκάρσια τομή στην ιστορία. Στα μουσικά τεκταινόμενα όμως τα πράγματα είναι λίγο πιο απλά. Για αυτό η 7 Οκτωβρίου του 1997 είναι μια τομή στην ιστορία των ηλεκτρικών blues. Είναι η κυκλοφορία του δεύτερου album του Kenny Wayne Shepherd με τίτλο Trouble Is...Θεωρώ αυτό σημαντικότερο και όχι το καταπληκτικό ντεμπούτο του δυο χρόνια νωρίτερα,καθώς σε αυτόν το δίσκο ο Kenny ξεφεύγει,αισθάνεται πιο ώριμος από ποτέ,έχει αποτινάξει τον χαρακτηρισμό μερικών κακεντρεχών(συμπεριλαμβανομένου και του Steve Vai)ως άλλος ένας κλώνος του Stevie Ray Vaughan )δημιουργεί το πιο μεστό και ολοκληρωμένο album του,που ποτέ δεν κατάφερε να ξεπεράσει.

 Magnum Opus λοιπόν ενός αυτοδίδακτου μουσικού από την Louisiana. Γιατί όμως είναι σημαντικό αυτό? Στην χρονολογία κρύβεται η απάντηση. 7 χρόνια(προαιώνια η μεταφυσική αξία που προσέδιδαν στον συγκεκριμένο αριθμό)μετά τον θάνατο του μεγαλύτερου ηγέτη της σκηνής,του πρωτοπόρου και instant legend Stevie Ray Vaughan. Πολλοί θεώρησαν ότι μπήκε ταφόπλακα στον χώρο των blues,γιατί μεγάλοι μουσικοί υπήρχαν (Robben Ford,Buddy Guy,B.B King,John Lee Hooker,ακόμα και ο Gary Moore το γύρισε στα blues,κ.α)αλλά τίποτε συγκλονιστικό από νέο καλλιτέχνη.

 Αυτό το album σηματοδοτεί τον καρπό που φύτρωσε,την απαρχή της οργασμικής έκρηξης νέων καλλιτεχνών,που όχι μόνο στέκονται αξιοπρεπώς, αλλά διεκδικούν τα πρωτεία, επαναπροσδιορίζουν τον ήχο, προσθέτοντας το δικό τους λιθαράκι στην πορεία αυτής της μουσικής. Και σε ένα είδος που θεωρητικά δεν προκαλεί πλέον εμπορική επιτυχία και πολλές φορές θεωρείται απολίθωμα μουσείου

 Το album επιτυγχάνει τον απόλυτο συγκερασμό των παλιών, μπαρουτοκαπνισμένων ηλεκτικών blues,με την αγάπη για την rock μουσική. Κλείνει το μάτι στον αγαπημένο του SRV (με τον τίτλο Trouble Is...και με την επιλογή στο μισό δίσκο να πάρει την μπάντα του, Chris Layton στα drums,Reese Wynan στα keyboards,Tommy Shannon στο μπάσο)τον ενσωματώνει στο παίξιμο του, αλλά μόνο για να κοιτάξει μπροστά.

 Ο δίσκος ξεκινάει με ένα ασύλληπτα δυναμικό Slow Ride, που καταδεικνύει την αγάπη και ικανότητα για το wah pedal και τον Hendrix και σε εισάγει αμέσως στο κλίμα του δίσκου.


Ακολουθεί ένα αριστουργηματικό υβρίδιο blues/rock με τον Kenny πραγματικά να βάζει φωτιά στην εξάχορδη με έναν απίστευτα φορτισμένο αυτοσχεδιασμό.True Lies! Και φυσικά η μεγαλύτερη επιτυχία του συμπεριλαμβάνεται σε αυτό το album,το Blue On Black,το οποίο στρογγυλοκάθησε στα Billboard Chart και είναι αυτό που λέμε στην καθομιλουμένη «αμερικάνικη καυλάντα».Blues με ακουστική διάσταση,την εξαιρετική φωνή του Noah Hunt να αναδεικνύεται στην ολότητά της και με τον KWS να το χρωματίζει με αισθαντικές μελωδίες


To album περιλαμβάνει φοβερές εκτελέσεις σε κομμάτια του Hendrix(I don’t live today),του Bob Dylan (Everything is Broken) και φυσικά το personal favourite Somehow,Somewhere,Someway εκτός των άλλων


 Πρέπει να γίνει ειδική μνεία για την εκρηκτική παραγωγή,απολύτως συνυφασμένη με το κλίμα και το feel των blues,του μεγάλου Jerry Harrison, των Talking Heads και παραγωγό σε δίσκους των No Doubt,Violent Femmes,The Von Bodies κ.α.
Ο Kenny (κατά την γνώμη μου)δεν έβγαλε δίσκο αντάξιο των 2 πρώτων(αν εξαιρέσουμε ίσως το αξιοπρεπές 3ο album του)ενώ και στα zeros δεν διακρίθηκε για την εργατικότητα του (2 album εκ των οποίων μια συλλογή). Αλλά αυτός ο δίσκος λάμπει ως ένα από τα κορυφαία αριστουργήματα της μοντέρνας εποχής των blues με τεράστιους καλλιτέχνες όπως ο Derek Trucks, o Warren Haynes, o ασύλληπτος Joe Bonamassa, η Susan Tedeschi, η Beth Hart, o Johny Lang, o Robert Randolph, o γλυκανάλατος πλην όμως εκπληκτικός κιθαρίστας John Mayer, ο Gary Clark Jr., ο Chris Duarte, o Eric Steckel(απίστευτος πραγματικά)και άπειροι άλλοι, που κρατάνε τον φάρο της τόσο πολυσυλλεκτικής μες την απλότητα της μουσικής των blues.



Δεν θα ξαναπώ γριά την Patti Smith


 Αν υπάρχει θεός, παίζει να με βάλει να γράψω «δεν θα ξαναπώ γριά την Patti Smith» εκατό φορές. Αυτό που συνέβη χθες στο Ηρώδειο θα μείνει για πολλά χρόνια μέσα μου ως ένα από τα καλύτερα λαϊβ που έχω δεί. Δεν υπάρχει καμία υπερβολή σε αυτό που λέω, δεν θυμάμαι ποτέ ένα Ηρώδειο να γίνεται τόσο άνω-κάτω και από «καθώς πρέπει» να κοντράρει ακόμα και τα κάφρικα λαϊβ του ΑΝ κλάμπ.

 Η πρώτη σπίθα -η οποία άρχισε να ενεργοποιεί το κοινό- έπεσε με την διασκεύη στο «Summertime Blues” του Eddie Cohran και την Patti να το «κουνάει σαν κορίτσι του κολλεγίου. Ασταμάτητη με τεράστια ενέργεια  -μη ξεχνάμε ότι πατάει τα 67- δεν σταματάει καθόλου να χορεύει και να ανεβωκατεβαίνει πάνω και κάτω από την σκηνή. Το αποκορύφωμα της βραδιάς ήταν η στιγμή που αφήνει την μπάντα της για να πάει μπακστεϊτζ για να πάρει μερικές ανάσες αλλά εκείνη ξανα εμφανίζεται (!) και αρχίζει να χορεύει στο κενό μεταξύ θεατών και της σκηνής. Αποτέλεσμα, ήταν να αρχίζουν να πηδούν από τα καθίσματα –αρχικά μια γυναίκα περίπου της ηλικίας της- δεκάδες οι οποίοι έγιναν εκατοντάδες και κάπου εκεί η μπάλα χάθηκε που λέμε. Οι ταξιθέτες και η ασφάλεια έπαθαν σοκ! Δεν πρέπει ποτέ να έχει ξανασυμβεί κάτι τέτοιο εκεί! Τουλάχιστον όχι στα χρόνια που πατάω εγώ!





Η χθεσινή βραδιά είχε τέτοια ενέργεια, που ούτε που κατάλαβα πως από το πάνω διάζωμα βρέθηκα στο κάτω, παρέα με ένα ζευγάρι -που κρατιόταν χέρι με χέρι και ήταν περίπου στην ηλικία των γονιών μου- να χορεύουμε αγκαλιά την γαμιστερότερη /τεράστια εκτέλεση των Horses/ Land Of The Thousand Dances/ Gloria.

(βίντεο από χρήστηglauxath)


Αγαπημένη Patti είσαι μια ιέρεια της ροκ σκηνής και εχθές αυτό το απέδειξες –και με το παραπάνω- στους νεότερους που βρέθηκαν εκεί. Όμως να μου επιτρέψεις να σου εξηγήσω σε κάποια άλλη φάση γιατί γέλασε το κοινό την στιγμή που είπες «Ελλάδα, η χώρα που γέννησε την Δημοκρατία».




*credits για την φωτο/κούρεμα της Patti στα παιδιά του wearthistoday