Υπάρχουν μερικοί άνθρωποι που αναρωτιέσαι πως αντέχουν τον εαυτό τους: με άφθονο ναρκισσισμό ίσως, με πολλά ναρκωτικά, με αμέτρητες εναλλαγές συντρόφων. Η καθημερινότητά τους. Άλλοι απανθρακώνονται μέσα στις φλόγες και άλλοι αφήνουν τη φωτιά να περάσει από μέσα τους, επιστρέφοντάς την μέσα στον κόσμο. Όχι χωρίς κόστος.
Για τον Miles Davis ότι και να ειπωθεί είναι εξ’αρχής λίγο, ελάχιστο. Και δεν προτίθεμαι να μιλήσω για τη σημασία του για την μουσική, την τέχνη καλύτερα, του 20ου αιώνα. Ακούω μονάχα τις δουλειές του από την πενταετία 1970-75 και αναρωτιέμαι ποια σκοτεινή και απόκοσμη οντότητα μπορεί να τον είχε επισκεφτεί ή κατοικήσει.
Πενηντάρης, έχοντας ήδη γράψει τα μεγάλα του αριστουργήματα – από το Birth of the Cool στο Milestones, από το Kind of Blue στο Bitches Brew – δεν υπάρχει πια κορυφή που να μην έχει κατακτηθεί. Και έτσι αφήνεται στις μεγάλες πνοές που συγκλονίζουν τα θεμέλια της ύπαρξης – είναι η επιστροφή στο χώμα, στην μητέρα Αφρική, στη Ζούγκλα. Το παίξιμό του δεν χαρακτηρίζεται από πάθος αλλά από μένος – κάτι που δεν μπορεί να χωρέσει στον πολιτισμό μας και τις αστείες συμβάσεις του.
Δεν ήταν απλά μια τυχαία βραδιά. Ας ακούσει κανείς τις άλλες ζωντανές ηχογραφήσεις αυτής της περιόδου ή τα αριστουργηματικά A Tribute to Jack Johnson, On the Corner κλπ. Ο Miles φυσάει την τρομπέτα του με την ίδια ένταση συνεχώς. Ακατάπαυστος, ακατάβλητος, ένκαβλος. Το ανοικτό σώμα προσκαλεί και υποδέχεται την φωτιά που κατακαίει τα σύμπαντα. Με οποιοδήποτε κόστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου